Ομάδες ερευνητών έχουν δημιουργήσει μεθοδολογίες οι
οποίες συνδέουν τα αποτελέσματα της επιστήμης με τις επιλογές της πολιτικής στη
διαχείριση του νερού, με σκοπό να προσδιορίσουν τις καλύτερες από αυτές για να
βοηθήσουν τις κοινότητες της Μεσογείου να προσαρμοσθούν στις επιπτώσεις της
κλιματικής αλλαγής σε σχέση με την παροχή νερού.
Η ζήτηση νερού υπερβαίνει συχνά την
παροχή του στις περιοχές της Μεσογείου και καθώς η κλιματική αλλαγή προβλέπεται
να αυξήσει τη θερμοκρασία κατά 2-4 ºC στη νότια Ευρώπη και να μειώσει τη ροή
των ποταμών και την επιφανειακή απορροή, είναι πιθανό το πρόβλημα να
επιδεινωθεί. Ως αποτέλεσμα, οι κοινότητες οι οποίες ζουν γύρω από τη Μεσόγειο
ίσως να χρειασθεί να κάνουν σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές ώστε να
διασφαλισθεί ότι η παροχή νερού θα συνεχισθεί και ότι το διαθέσιμο νερό θα
διανέμεται αποτελεσματικά για να ικανοποιεί τις ανάγκες των αγροτικών και
αστικών χρήσεων, όπως και των οικοσυστημάτων.
Αυτή η προσαρμογή θα χρειασθεί νέες
πολιτικές διαχείρισης νερού οι οποίες θα πρέπει να ικανοποιούν τις απαιτήσεις
της Οδηγίας-Πλαίσιο για τα Ύδατα και τη σχετική Κοινή Στρατηγική Εφαρμογής. Όμως,
η “ερμηνεία” επιστημονικών παρατηρήσεων και αναλύσεων, σε ότι αφορά τη
διαθεσιμότητα του νερού, τις πολιτικές διαχείρισης του νερού δεν είναι εύκολο
εγχείρημα. Για να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση, οι ερευνητές σχεδιάζουν νέες
μεθοδολογίες για να προσδιορίσουν τις επιλογές της πολιτικής η οποία βασίζεται
σε επιστημονικά στοιχεία. Χρησιμοποίησαν μοντέλα διαθεσιμότητας του νερού και
αξιολόγησης της πολιτικής, τα οποία συλλέγουν δεδομένα από ποταμούς,
ταμιευτήρες, ροές του νερού, τις περιβαλλοντικές συνθήκες και την αγροτική και
αστική ζήτηση για να συνδέσουν τις επιλογές της παροχής, της ζήτησης και της
διαχείρισης.
Όταν εφαρμόσθηκαν στα σενάρια της
κλιματικής αλλαγής στη Λεκάνη της Μεσογείου, τα μοντέλα παρουσίασαν προβλέψεις
παρόμοιες με εκείνες της IPCC και
του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.
Σύμφωνα με αυτές, ο κίνδυνος πλημμυρών θα αυξηθεί όπως και η ανοιξιάτικη και
καλοκαιρινή ξηρασία. Τα μοντέλα θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιήσουν πληροφορίες
σχετικά με τη ζήτηση νερού στην περιοχή για να βοηθήσουν να προσδιορισθούν οι
επιλογές διαχείρισης σύμφωνα με τα σενάρια της κλιματικής αλλαγής. Για τη
λεκάνη της Μεσογείου, τα μοντέλα έδειξαν ότι δεν υπήρχε καμία βέλτιστη επιλογή
διαχείρισης για την περιοχή, καθώς το κλίμα είχε αλλάξει. Σε αντίθεση με αυτό,
οι περισσότεροι φορείς οι οποίοι χαράσσουν πολιτική και προσπαθούν να αποφύγουν
το ρίσκο ίσως να προτιμούσαν να περιορίσουν την παροχή νερού για άρδευση, ενώ
εκείνοι οι οποίοι αποδέχονται υψηλότερα επίπεδα ρίσκου θα ήταν δυνατό να
επιλέξουν ένα λιγότερο αξιόπιστο σενάριο παροχής νερού.
Οι μεθοδολογίες των ερευνητών
περιελάμβαναν επιπλέον την ένδειξη για το πώς οι κοινωνικο-οικονομικοί
παράγοντες θα ήταν δυνατό να επηρεάσουν την ικανότητα προσαρμογής μιας περιοχής
στην κλιματική αλλαγή, π.χ. οι οικονομικοί παράγοντες θα ήταν δυνατό να
καθορίσουν εάν μια περιοχή θα ήταν δυνατό να επενδύσει στις νέες τεχνολογίες ή
στην ασφάλεια των τροφίμων. Για να το επιτύχουν αυτό, συγκέντρωσαν έναν “κατάλογο
ικανότητας προσαρμογής” βασισμένο σε ειδικούς δείκτες σχετικούς με τις
πολιτικές για την κάθε χώρα, εκφρασμένο ως μια μονάδα βάσης. Όταν ο κατάλογος
εφαρμόσθηκε σε επτά μεσογειακές χώρες έδειξε ότι η Γαλλία είχε την υψηλότερη
προσαρμοστική ικανότητα, ακολουθούμενη από την Ιταλία. Στην τελευταία θέση της
λίστας ήταν η Συρία.
Τελικά, οι ερευνητές προσδιόρισαν
κατώτατα όρια λειψυδρίας βασισμένοι στην αξιοπιστία παροχής και με βάση το εάν
η παροχή θα ήταν δυνατό να ικανοποιήσει τη ζήτηση και να συνδεθεί με αυτές τις
επιλογές πολιτικής. Με βάση αυτό, οι ερευνητές παρουσίασαν έναν αριθμό πιθανών
απαντήσεων στις πολιτικές σε διαφορετικά επίπεδα λειψυδρίας και προσαρμοστικής
ικανότητας. Για παράδειγμα, όταν τα επίπεδα λειψυδρίας είναι χαμηλά (π.χ. όταν
το νερό είναι άφθονο) και οι κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες αποτελούν το
πιο αδύνατο στοιχείο της προσαρμοστικής ικανότητας, η περιοχή απαιτεί πολιτικές
διαχείρισης παροχής όπως επενδύσεις υποδομών για να εξασφαλισθεί η ίση πρόσβαση
στο νερό. Σε αντίθεση με αυτό, όταν υπάρχει έντονη λειψυδρία στην ίδια περιοχή
ίσως να χρειασθεί η υιοθέτηση πολιτικών για να διασφαλίσει ότι η τιμολόγηση και
οι προτεραιότητες χρήσης δε βλάπτουν τους πιο φτωχούς ανθρώπους.
Πηγή:
European Commission DG ENV, New climate change adaptation tool to manage water,
Science of Environment Policy, News Alert Issue 285, May 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου